Στην πόλη...

Από Humor Literacy
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κείμενο

Σχόλια

Α) Δομικά & Γλωσσικά στοιχεία

Σε αυτό το αφηγηματικού τύπου ανέκδοτο το χιούμορ προκαλείται από τις εξής χιουμοριστικές φράσεις (jab lines):

  • "Πήγα μέσα κάθισα και ήρθε ένας κουνιστός άντρας. «Περμανάντ;» με ρωτά, «ναι» απαντώ εγώ".
  • "Τι είναι ρε Κώτσο μου το περμανάντ; Μήπως πόνεσε;"
  • "Μετά ήρθε ένας άλλος κουνιστός και με ρωτάει «Μανικιούρ;». «Ναι» απαντώ".
  • "Τι είναι Κώτσο μου πάλι το μανικιούρ; Μήπως πόνεσε;"
  • "Μετά ήρθε ακόμα ένας κουνιστός και με ρωτάει «Πεντικιούρ;». «Ναι» απαντώ".
  • "Τι είναι Κώτσο μου το πεντικιούρ; Μήπως σε πόνεσε;"

Ακόμη, το χιούμορ προκύπτει και από την ατάκα (punch line) του ανεκδότου («Εκεί Γιάννη μου πόνεσα...) που συμβάλλει στην επανερμηνεία του.

Β) Πολιτισμικές & Διακειμενικές αναφορές

Στο συγκεκριμένο κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο το χιούμορ συνδέεεται με την άρση μίας σειράς προσδοκιών. Συγκεκριμένα, στην πρώτη (Πήγα μέσα κάθισα και ήρθε ένας κουνιστός άντρας. «Περμανάντ;» με ρωτά, «ναι» απαντώ εγώ), στην τρίτη (Μετά ήρθε ένας άλλος κουνιστός και με ρωτάει «Μανικιούρ;». «Ναι» απαντώ) και στην πέμπτη (Μετά ήρθε ακόμα ένας κουνιστός και με ρωτάει «Πεντικιούρ;». «Ναι» απαντώ") χιουμοριστική φράση το χιούμορ προκύπτει από τη μη αναμενόμενη συμπεριφορά του Κώτσου, ο οποίος εν αγνοία του απολάυει υπηρεσιών περμανάντ, μανικιούρ και πεντικιούρ σε γυναικείο κομμωτήριο. Η συνθήκη αυτή της ιστορίας θεωρείται μη αναμενόμενη, καθότι στο παρόν κοινωνικό πλαίσιο δε συνηθίζεται οι άντρες να δέχονται τέτοιες περιποιήσεις που είθισται να απολαμβάνουν οι γυναίκες. Αξίζει να σημειωθεί ότι το χιούμορ σε αυτές τις φράσεις επιτείνεται από τη χρήση της φράσης "κουνιστός άντρας", την οποία ο Κώτσος χρησιμοποιεί για να αναφερθεί στον υπάλληλο του κομμωτηρίου που του προσέφερε τις προαναφερθείσες υπηρεσίες. Παράλληλα, στη δεύτερη (Τι είναι ρε Κώτσο μου το περμανάντ; Μήπως πόνεσε;), στην τέταρτη (Τι είναι Κώτσο μου πάλι το μανικιούρ; Μήπως πόνεσε;) και στην έκτη (Τι είναι Κώτσο μου το πεντικιούρ; Μήπως σε πόνεσε;) χιουμοριστική φράση το χιούμορ πηγάζει από την άγνοια των λέξεων "περμανάντ", "μανικιούρ" και "πεντικιούρ" από το φίλο και συγχωριανό του Κώτσου, το Γιάννη. Όπως φαίνεται από τις απαντήσεις του Κώτσου, βέβαια, οι ξένες αυτές λέξεις ήταν άγνωστες και για τουν ίδιο. Τέλος, το χιούμορ απορρέει και από την ατάκα του ανεκδότου (Εκεί Γιάννη μου πόνεσα...). Όπως υπονοείται από τις συνθήκες της ιστορίας, ως αποτέλεσμα αυτών των περιποιήσεων που στο συγκεκριμένο πλαίσιο αρμόζουν σε γυναίκες, ο Κώτσος βγαίνοντας από το κομμωτήριο είχε στοιχεία που τον έκαναν να μοιάζει με γυναίκα. Έτσι λοιπόν κάποιος περαστικός (μάλλον ομοφυλόφυλος) τον ρώτησε αν είναι "τραβεστί", και ο Κώτσος μη γνωρίζοντας το περιεχόμενο της λέξης, απάντησε "ναι", όπως και στις προηγούμενες ερωτήσεις στο κομμωτήριο. Και ενώ οι υπηρεσίες που δέχθηκε στο κομμωτήριο δεν ήταν επίπονες, η συνεύρεση με τον περαστικό που τον πέρασε για τραβεστί αποδείχθηκε επίπονη για τον Κώτσο, μιας και δεν ήταν ομοφυλόφυλος.

Γ) Ιδεολογία & Κριτική ανάγνωση

Οι μη αμενόμενες συνθήκες της ιστορίας αποκαλύπτουν συγκεκριμένες ιδεολογίες σχετικά με το γνωστικό υπόβαθρο των ανθρώπων που ζουν στην ελληνική επαρχία. Τόσο ο Κώτσος όσο και ο φίλος του, ο Γιάννης, στιγματίζονται ως άτομα που αγνοούν λέξεις της Γαλλικής γλώσσας, οι οποίες έχουν ωστόσο ενσωματωθεί στην Ελληνική. Η άγνοια των λέξεων αυτών οδήγησε τον Κώτσο σε μία σειρά από ενέργειες που τον κατέστησαν αστείο στα μάτια των μελών της συγκεκριμένης κοινωνίας. Και τούτο, γιατί οι υπηρεσίες που δέχτηκε δεν αρμόζουν στους άντρες αλλά στις γυναίκες στα πλαίσια του συγκεκριμένου κοινωνικού και πολιτισμικού πλαισίου. Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο ανέκδοτο υπονομεύει τους/τις χωρικούς/ές ως ανθρώπους με χαμηλό γνωστικό υπόβαθρο, ενώ παράλληλα ενισχύει τη διχοτομική διάκριση των δύο φύλων και τη σύνδεσή τους με συγκεκριμένες και διακριτές πρακτικές. Τέλος, μέσω του χιούμορ το ανέκδοτο αυτό αναπαράγει σεξιστικά στερεότυπα σε βάρος των ομοφυλόφυλων ανδρών που αποκαλούνται χλευαστικά "κουνιστοί" και παρουσιάζονται να πιέζουν άλλους να συνευρεθούν μαζί τους παρά τη θέλησή τους, όπως υπονοείται από την ατάκα του ανεκδότου.